πεντηκονταετηρίδα

πεντηκονταετηρίδα
πεντηκονταετηρίς
period of fifty years
fem acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • πεντηκονταετηρίδα — η γιορτή για τα πενήντα χρόνια ενός γεγονότος: Η πεντηκονταετηρίδα του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης γιορτάστηκε το 1976 …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • πεντηκονταετηρίδα — η / πεντηκονταετηρίς, ίδος, ΝΜΑ χρονική περίοδος πενήντα συνεχών ετών, πεντηκονταετία νεοελλ. η πεντηκοστή επέτειος κάποιου σημαντικού γεγονότος καθώς και η γιορτή που γίνεται για την επέτειο αυτή. [ΕΤΥΜΟΛ. < πεντήκοντα + ετηρίς (< έτηρος… …   Dictionary of Greek

  • πεντηκονταετία — η, ΝΑ [πεντηκονταετής] χρονική περίοδος πενήντα συνεχών ετών, η πεντηκονταετηρίδα αρχ. η ηλικία ή το διάστημα πενήντα ετών …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”